Tuesday, January 16, 2007

Η άγνωστη Χ.

«Το ξέρω πως καθένας μονάχος πορεύεται στον έρωτα, μονάχος στη δόξα και στο θάνατο.
Το ξέρω. Το δοκίμασα.
Δεν ωφελεί.
Άφησέ με να ΄ρθω μαζί σου.»

Γιάννης Ρίτσος

Αν είναι αλήθεια αυτό που λένε πολλοί, ότι δηλαδή η τύχη και οι συγκυρίες κυβερνούν αυτόν τον κόσμο, η γνωριμία της Χ. με τον Ψ. ήταν καθαρά θέμα συγκυριών. Αλλά και λογικό επακόλουθο θα πρόσθετα εγώ για μια κοπέλα που ήρθε από την επαρχία στην Αθήνα αμέσως μετά το Λύκειο και έχοντας μόλις αφήσει πίσω της έναν αρκετά ζόρικο χρόνο γεμάτο Λατινικές λέξεις που άφηναν τον επιθανάτιο ρόγχο τους μπροστά στα πρησμένα από το διάβασμα μάτια της, αρχαιοελληνικές τελικές μετοχές, Μεγάλες Ιδέες που έφτασαν το πολύπαθο ελληνικό στράτευμα μέχρι τη γραμμή Εσκίρ Σεχίρ – Κιουτάχεια – Αφιόν Καραχισάρ και νεοελληνικές εκφράσεις που στόχο είχαν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον των βαθμολογητών των Πανελληνίων ακόμη κι αν μετά δεν επρόκειτο να τις χρησιμοποιήσει ποτέ ξανά.
Μετά, λοιπόν, από όλη αυτή την ταλαιπωρία – η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, είχε αφήσει αρκετά πίσω τις σχέσεις τις με τα αγόρια-, μια νέα σχέση ήταν όχι μόνο καλοδεχούμενη, αλλά σχεδόν επιβεβλημένη. Κι όμως ο Ψ, δεν ήταν κάποιος πρωτοετής συμφοιτητής της στην Πάντειο, ούτε έστω κάποιος φοιτητής άλλου τμήματος σαν κι αυτούς που συνήθιζε να χαζεύει με τις φίλες της στο κυλικείο της σχολής λίγο πριν το μάθημα του Γιάγκου Ανδρεάδη. Γνώρισε τον Ψ. μέσω της αδερφής της, η οποία σπούδαζε ήδη στην Αθήνα. Ο Ψ και η αδερφή της ήταν ήδη φίλοι. Ο Ψ. ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερος της Χ. Όπως και να το δεις, ο τρόπος γνωριμίας τους δεν ήταν όσο ρομαντικός ή πρωτότυπος θα ήθελε η Χ..
Η γνωριμία τους δεν ήταν αυτό που τα γυναικεία περιοδικά λένε «έρωτας με την πρώτη ματιά». Το αντίθετο θα λέγαμε. Ο Ψ. ήταν καστανόξανθος, Παναθηναϊκός, δεν κάπνιζε, δεν έπινε καφέ, ήταν σχετικά χαμηλών τόνων και φαν της Μαράι Κάρεϊ. Δηλαδή, όλα αυτά που ΔΕΝ ήταν η Χ. Κι όμως, σιγά σιγά ο ένας κατάφερε να κεντρίσει και να κερδίσει τον άλλο. Την Χ. την κέρδισε η φυσική του ευγένεια, ο τρόπος που την πρόσεχε, το ενδιαφέρον που της έδειξε από την αρχή, η προθυμία του να συζητάνε ώρες πολλές για βιβλία, ταινίες, μακρινές χώρες, την τρύπα στο χαλί. Τον Ψ. τι να τον κέρδισε άραγε; Σε ένα πάρτι η Χ., έχοντας πιει και λίγο παραπάνω, έκανε το πρώτο βήμα και ο Ψ. ανέβηκε ευχαρίστως όλη την υπόλοιπη σκάλα. Την επόμενη μέρα πήγαν για καφέ και ο Ψ. της είπε ότι θέλουν να είναι μαζί. Η Χ. δέχτηκε πρόθυμα αφού πρώτα πέταξε ένα «να ξέρεις πάντως ότι εγώ βαριέμαι εύκολα τ΄ αγόρια».
Η σχέση τους ξεκίνησε αργά, ήρεμα και χαλαρά, όπως ξεκινά κανείς να παίζει ένα παιχνίδι σκάκι, που ελλείψει παρέας είναι αναγκασμένος να κινεί μόνος του τόσο τα άσπρα όσο και τα μαύρα πιόνια, κι έτσι όποιο αποτέλεσμα κι αν έρθει λίγο θα τον στενοχωρήσει. Οι διαφωνίες και οι τσακωμοί τους ήταν ελάχιστοι κι αν ψάχνεις την ένταση και τις παθιασμένες εκδηλώσεις, σίγουρα δεν θα τις βρεις σε αυτή τη σχέση. Και η Χ. δεν ήταν κι ο πιο εύκολος άνθρωπος του κόσμου. Μάλλον δύστροπη θα την χαρακτήριζαν όσοι της ήξεραν. Όμως η αγάπη και η ζεστή αγκαλιά του Χ. την έκανε να αισθάνεται σιγουριά και ασφάλεια. με αποτέλεσμα γρήγορα να τον αγαπήσει κι αυτή.
Κάπως έτσι περνούσαν και τα χρόνια. Οι όμορφες στιγμές ήταν πολλές, η αγάπη τους όλο και μεγάλωνε και πολλά πράγματα που κάποιοι για συντομία τα ονομάζουν συνήθεια άρχισαν να τους δένουν. Πέρασαν κι άλλα χρόνια που γεμίζουν αρκετά άλμπουμ με φωτογραφίες ή (αργότερα) αρκετά MB μνήμης. Η Χ. πήρε πτυχίο, έπιασε δουλειά, το ίδιο και ο Ψ. Όμως η Χ. δεν ήταν ικανοποιημένη. Κάτι έλειπε. Αλλά τι; Τα βιβλία της, οι μουσικές της, οι ταινίες της μιλούσαν για ανθρώπους που είχαν πονέσει, είχαν ζήσει μόνοι τους πολύ, είχαν μαζέψει εμπειρίες από δω κι από κει, είχαν κοιμηθεί στη Δύση και είχαν ξυπνήσει στην Ανατολή. Οι άνθρωποι που θαύμαζε η Χ. ήταν κατά κόρον άνθρωποι με άστατη ζωή, που μέσα από ένα συνεχές προσωπικό τρέξιμο αναζητούσαν τα όριά τους, τον εαυτό τους, άσχετα αν τα έβρισκαν ποτέ. Άνθρωποι ελεύθεροι, με όλη τη σημασία της λέξης. Όλα αυτά θα τα καταλάβαινε ποτέ ο Ψ.; Οι δικές του αναζητήσεις στα μάτια της Χ. έμοιαζαν πολύ πιο «συνετές», πολύ πιο «ισορροπημένες». Μήπως η δική της τύχη να βρει τόσο γρήγορα τον Ψ. ήταν ταυτόχρονα και η ατυχία της. Η σχέση άρχισε να «βαλτώνει» και αυτό που λέμε «καθημερινότητα» άρχισε να πνίγει τη Χ. Μια μέρα έφυγε αποφασισμένη να ζήσει αυτά που νόμιζε ότι μέχρι τότε είχε στερηθεί. Κάποιες σχέσεις κράτησαν πολύ λιγότερο από όσο θα έπρεπε για να θεωρηθούν εμπειρίες και σίγουρο πολύ περισσότερο από όσο τις άντεχε. Της έλειπε ο Ψ. Μετά από λίγο καιρό γύρισε πίσω. Ο Ψ., αν και πληγωμένος, τη δέχτηκε. Στην αρχή τα πράγματα ήταν αλλιώς. Ο Ψ., επειδή την αγαπούσε πολύ, έκανε απεγνωσμένες προσπάθειες να είναι και πάλι καλά μαζί. Το ίδιο κι αυτή. Ταξίδια στο εξωτερικό, δώρα, εκπλήξεις. Ένα χρόνο κράτησε αυτό. Τον επόμενο Σεπτέμβρη η Χ. έφυγε και πάλι μαζί με τα αποδημητικά πουλιά. Η ιστορία επαναλήφθηκε ένα χρόνο μετά. Κι αυτή την φορά η φυγή κράτησε περισσότερο.
Την τρίτη φορά που η Χ. γύρισε πίσω, ο Ψ. δεν την περίμενε πια. «Ο πόνος είχε γίνει φόβος», της είπε και για να πνίξει τον πόνο και το φόβο του είχε καταφύγει σε άλλη αγκαλιά, προφανώς όχι τόσο επιρρεπής στις αποδράσεις. Αν και αγαπούσε την Χ. της έδειξε την πόρτα εξόδου. Μάταια προσπαθούσε αυτή να του δείξει ότι είχε αλλάξει –είχε άραγε;- ότι δεν θα ξανάφευγε ποτέ. Ο Ψ. ήταν αποφασισμένος. «Πάντα κάτι θα σου λείπε. Οι ίδιοι λόγοι θα μας χωρίζουν πάντα».
Τα πάντα είχαν χαθεί η Χ. όμως το ήξερε πια καλά. Ο Ψ. ήταν η ισορροπία της, το αντίβαρό της. Κοντά του ένιωθε δυνατή, τόσο που καμιά φορά νόμιζε ότι μπορεί να κάνει και πράγματα χωρίς αυτόν. Μακριά του όμως; Όπως ακριβώς οι πόλεις είναι οι άνθρωποι που ζουν σ’ αυτές, οι άνθρωποι που αγαπάμε, η οικογένειά μας είναι οι εμπειρίες μας. Άλλοι έχουν πολλές και ασήμαντες, άλλοι λίγες και ικανές να αναταράξουν ουρανοξύστες με την έντασή τους. Ποτέ όμως δεν μπορείς να εκτιμήσεις την αξία μιας εμπειρίας, αν δεν σταθείς μακριά της, αν δεν αφήσεις τον χρόνο να σου δείξει αν την έχεις ανάγκη ή όχι. Κι όλα αυτά που φαινομενικά χωρίζουν τους ανθρώπους είναι κι αυτά που κάνουν το γλυκό να δένει. Τα διαφορετικά συστατικά. Γιατί δεν αγαπάμε επειδή, αγαπάμε παρόλο. Αν κάποιοι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να το καταλάβουν αυτό από νωρίς, κάποιοι άλλοι –αν και βαθιά μέσα τους το ξέρουν- αρνούνται να το δεχτούν. Και τότε έρχεται κάτι για να τους το βεβαιώσει. Για να τους δείξει ότι οι άνθρωποι που αγαπάμε, η οικογένειά μας, είναι πιο σημαντικοί από κάθε χαζή εμπειρία που μπορεί να τονώνει τον εγωισμό μας αλλά ξεφουσκώνει πιο γρήγορα κι από μπαλόνι ηλίου. Κι αυτοί οι άνθρωποι που πραγματικά αγαπάμε είναι λίγοι, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού. Και δεν έχουμε την πολυτέλεια να απαρνηθούμε έστω κι έναν από αυτούς. Τι κρίμα που όταν το καταλαβαίνουμε είναι πια αργά.

6 Comments:

At 12:34 PM, January 16, 2007, Blogger switters said...

με αγγιξε. Η εξισωση ειναι κοινη, το κειμενο οχι. Ημουν η Χ. στο αρσενικο καποτε. Δεν ξερω αν το εσωσα στο τελος. Δεν αγαπαμε γιατι...πολυ με αρεσε.

 
At 7:47 PM, January 16, 2007, Anonymous Anonymous said...

"Eine andere Wohnung besitze ich nicht. Wo du bist, gibt es auch mich"
Ritsos

 
At 1:14 PM, January 17, 2007, Blogger 30nothing said...

switters: μακάρι να το έσωσες
smeg: πολύ ωραίο αυτό, das gefahlt mir

 
At 1:14 PM, January 17, 2007, Blogger 30nothing said...

This comment has been removed by the author.

 
At 6:27 PM, January 21, 2007, Anonymous Anonymous said...

"Δεν αγαπάμε επειδή αλλά παρόλο"

Τί το 'θελες και το 'γραψες αυτό...
:-<

γράφε, γράφε, γράφε...

 
At 6:30 PM, January 21, 2007, Blogger οι σκιές μιλάν said...

l'anonyme ημεροδρόμιο, c' est moi

 

Post a Comment

<< Home