Thursday, October 19, 2006

Ανώνυμη Ανωνυμοφοβική

Αν υπάρχει ένα πράγμα στο οποίο είμαι πραγματικά πολύ κακή, αυτό είναι το να θυμάμαι ονόματα. Μπορεί να έχω δει έναν άνθρωπο δεκάδες φορές, να μου έχει συστηθεί άλλες τόσες κι εγώ να επιμένω να μην συγκρατώ το όνομά του. Γι αυτό ακριβώς το λόγο έχω σκαρφιστεί ένα εκατομμύριο ηλίθια κόλπα με τα οποία εκμαιεύω ονόματα χωρίς ποτέ να ξεστομίσω την άχαρη ερώτηση «πώς είπαμε ότι σε λένε;». (Κάποια στιγμή, όταν δεν θα βαριέμαι θα γράψω post με αυτό). Αυτή η επιλεκτική αμνησία μου δεν είναι όμως καθόλου ένδειξη σνομπισμού ή αφηρημάδας. Στην αρχή δικαιολογώντας τον εαυτό μου παρέθετα ένα τσιτάτο του Μπόρχες «Αυτός που τα θυμάται όλα ζει μια φρικτή ζωή». Προσπαθώντας να την αιτιολογήσω, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι την ώρα που ένας άνθρωπος μου συστήνεται, εγώ επικεντρώνω το ενδιαφέρον μου στο πόσο θερμή ήταν η χειραψία μας, πόσο ειλικρινές μου ακούστηκε το «χάρηκα» ή το χαμόγελό του και γενικά σε άλλα τέτοια θέματα κινησιολογίας ή εκφραστικότητας. Αν η ενέργεια (όπως λένε τώρα τελευταία) που θα πάρω από αυτόν τον άνθρωπο είναι θετική τότε θα ξαναρωτήσω αυτόν τον άνθρωπο το όνομά του. Αυτή όμως θα είναι η τελευταία φορά. Μετά θα το θυμάμαι.
Υπάρχουν δεκάδες άνθρωποι με τους οποίους μιλώ σχεδόν καθημερινά –οι περισσότεροι στη δουλειά μου- των οποίων το όνομα επιμένω πεισματικά να μη θυμάμαι. Και το χειρότερό μου φυσικά είναι όταν πρέπει εγώ να τους συστήσω σε κάποιον τρίτο (εκεί έχω σκαρφιστεί άλλους τρόπους). Μπορεί να ακούγεται σκληρό, αλλά για μένα οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν καμία υπόσταση. Για μένα υπόσταση αποκτά κάποιος από τη στιγμή που έχει όνομα και εσύ το θυμάσαι. Ακόμα κι αν αυτό το «όνομα» είναι ψευδώνυμο σε ένα blog. Γι αυτό κι όταν συγκρατώ ένα όνομα από την αρχή μιας γνωριμίας, το θεωρώ σημάδι.
Αντίστροφα, οι άνθρωποι που μιλούν, γράφουν, τραγουδούν, παίζουν κλπ. κάτω από την ταμπέλα «Ανώνυμος» πάντα με φόβιζαν. Ποτέ δεν έχω στείλει ανώνυμη επιστολή, ποτέ δεν έχω κάνει ανώνυμη καταγγελία (τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον δεν έχω κάνει γενικά καμία καταγγελία), ποτέ δεν έχω αφιερώσει κάτι, ποτέ δεν έχω δημοσιεύσει κάτι (ούτε comment ασφαλώς) ως «ανώνυμος», ποτέ δεν έχω πάρει κάποιον τηλέφωνο από απόκρυψη. Ακόμη και το πρώτο ερωτικό γράμμα που έστειλα σε ηλικία εννιά ετών στον συμμαθητή μου τον Χάρη (πραγματικό ρόλο στη ζωή κάποιου παίζουν οι άνθρωποι που όσα χρόνια κι αν περάσουν θυμάσαι πάντα το όνομά τους) το υπέγραψα ολογράφως και έβαλα και δύο καρδούλες στο τελείωμα. Ακόμη και οι τοίχοι στα Εξάρχεια με τα συνθήματα με την υπογραφή «Ανώνυμος» μου άφηναν πάντα κάτι το ανεκπλήρωτο, ημιτελές. Βρίσκω ότι ακόμη και τα ψευδώνυμα κρύβουν πίσω τους μια δική τους μεγάλη δύναμη. Όταν διαβάζω ένα ψευδώνυμο ασυνείδητα μπαίνω στη διαδικασία να φανταστώ διάφορα γι αυτόν που το έγραψε. Αν είναι ξανθός ή μελαχρινός, αν είναι άντρας ή γυναίκα, αν το πρωί, πριν φύγει για τη δουλειά ξυπνάει πιο νωρίς για να φάει κορν φλέικς και να πιει γαλλικό καφέ ή απλώς πλένει τα δόντια του και φεύγει, και άλλα τέτοια χαζά. Από την άλλη, μπροστά στη θέα της λέξης «ανώνυμος» μπλοκάρω, αποσυντονίζομαι, μουδιάζω. Ο ανώνυμος είναι ο εχθρός μου. Κι αν υπάρχει ένα πράγμα σε αυτή τη ζωή για το οποίο πιστεύω ότι αξίζει να παλέψει κανείς είναι να έχει υπόσταση. Είτε αυτή αρέσει. Είτε όχι.

ΥΓ. Αυτό το post το έγραψα γιατί πραγματικά έχω βαρεθεί τα ανώνυμα comments όπου κάθε κομπλεξικός ηλίθιος μπαίνει και γράφει τις μαλακίες του. Κι όχι μόνο στο δικό μου blog, αλλά και σε άλλα. Διευκρινίζω ότι δε με ενοχλεί να με βρίζουν. Ίσα ίσα, γουστάρω. Αλλά θέλω αυτός που με βρίζει να έχει μια μορφή. Έστω αυτή που του δίνω εγώ.

Thursday, October 12, 2006

Ομοιοκαταληξία (και παρήχηση του άλφα)

Η Μαύρη Ντάλια είχε τα μαύρα της τα χάλια.